
Το λεμφοίδημα είναι μια παθολογική κατάσταση κατά την οποία παρατηρείται συσσώρευση ενός υγρού πλούσιου σε πρωτεΐνες (λέμφος) στα άκρα. Είναι περισσότερο συχνό απ’ όσο πίστευαν παλαιότερα, μιας που προσβάλλει περίπου το 1% του πληθυσμού στις ΗΠΑ, ενώ εκτιμάται ότι παγκοσμίως πάσχουν 150 εκατομμύρια άνθρωποι.
Πρόκειται για το αποτέλεσμα της ανατομικής ή λειτουργικής απόφραξης λεμφαδένων ή λεμφαγγείων. Για να γίνει πιο κατανοητό, τα λεμφαγγεία είναι μικροί σωλήνες που διοχετεύουν τη λέμφο, ένα υγρό που φυσιολογικά παράγεται στο σώμα μας, από την περιφέρεια (από τα χέρια και τα πόδια) προς την καρδιά. Κατά μήκος αυτών των λεμφαγγείων υπάρχουν οι λεμφαδένες, που φιλτράρουν τη λέμφο. Οποιοδήποτε εμπόδιο στη ροή της λέμφου είτε σε επίπεδο λεμφαγγείων είτε σε επίπεδο λεμφαδένων έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευσή της και τη διόγκωση του άκρου (οίδημα).
Οι αιτίες του λεμφοιδήματος είναι πολυάριθμες. Μια προσεκτική κλινική εκτίμηση από τον αγγειοχειρουργό θα μπορούσε να ανιχνεύσει την αιτία του προβλήματος. Συνήθως η θεραπεία είναι συντηρητική. Σήμερα υπάρχουν πολλοί τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος, ώστε να αποφευχθούν οι επιπλοκές του λεμφοιδήματος και κυρίως να αποκτήσει ο ασθενής βελτίωση στην ποιότητα ζωής του.