Σύμφωνα με όλα τα δεδομένα, η εγκυμοσύνη επιβαρύνει την φλεβική κυκλοφορία στα κάτω άκρα, επιδεινώνοντας προϋπάρχοντα προβλήματα των φλεβών, προκαλώντας ενδεχομένως και την εμφάνιση κιρσών και ευρυαγγειών. Στατιστικά, κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης, περίπου οι μισές γυναίκες εμφανίζουν οίδημα (πρήξιμο) στους αστραγάλους, ενώ στο 20 – 30% αυτών εμφανίζονται κιρσοί. Κάποιες φορές οι κιρσοί αυτοί υποχωρούν σε κάποιο βαθμό μετά τον τοκετό, ενώ τις περισσότερες φορές παραμένουν, χρήζοντας αντιμετώπισης.
Ποιοι είναι οι παράγοντες που σχετίζουν την εγκυμοσύνη με την φλεβική ανεπάρκεια και τους κιρσούς;
Το πρόβλημα είναι μάλλον πολυπαραγοντικό: Καταρχάς υπάρχει ορμονική συμμετοχή καθώς στην εγκυμοσύνη παρατηρείται φυσιολογική αύξηση των επιπέδων της προγεστερόνης και των οιστρογόνων, που δρώντας στο τοίχωμα των φλεβών των κάτω άκρων, προκαλούν διαστολή (αύξηση της διαμέτρου). Όπως είναι αναμενόμενο, με τον τρόπο αυτό οι βαλβίδες των φλεβών δεν κλείνουν ικανοποιητικά, επιτρέποντας στο αίμα να λιμνάζει, με τελικό αποτέλεσμα το οίδημα.
Άλλοι παράγοντες είναι η αύξηση του σωματικού βάρους και του όγκου του αίματος. Ο όγκος του αίματος αυξάνει κατά 20 – 30% κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, «φορτώνοντας» περαιτέρω τις φλέβες, μιας που η μεγαλύτερη ποσότητα του κυκλοφορούντος αίματος βρίσκεται σε αυτές.
Επιπροσθέτως εμπλέκονται και μηχανικά αίτια στο πρόβλημα: οι φλέβες μεταφέρουν το αίμα από τα κάτω άκρα προς την καρδιά μέσω μιας μεγάλης φλέβας που βρίσκεται μπροστά από τη σπονδυλική στήλη (κάτω κοίλη φλέβα). Όσο προχωρά η εγκυμοσύνη αυξάνεται το μέγεθος της μήτρας, λόγω της προοδευτικής ανάπτυξης του εμβρύου. Αυτή, η φυσιολογικά διογκωμένη μήτρα, συμπιέζει τη φλέβα που μεταφέρει το αίμα προς την καρδιά πάνω στη σπονδυλική στήλη (εικόνα), με αποτέλεσμα να την αποφράσσει. Αυτό έχει ως επακόλουθο την υπερφόρτωση των φλεβών των κάτω άκρων.
Όλοι οι παραπάνω παράγοντες έχουν έναν κοινό παρονομαστή: την αύξηση της πίεσης μέσα στις φλέβες των ποδιών και συνεπώς την εμφάνιση φλεβικής ανεπάρκειας. Στο 70% των περιπτώσεων οι κιρσοί κάνουν την εμφάνισή τους κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης και επιδεινώνονται προς το τέλος αυτής.
Τι συμβαίνει όμως στις φλέβες μετά τον τοκετό;
Μετά τον τοκετό και τη λοχεία τα επίπεδα των παραπάνω ορμονών ομαλοποιούνται, οπότε η διάμετρος των φλεβών ελαττώνεται. Ο όγκος του αίματος μειώνεται, όπως επίσης και το σωματικό βάρος. Τέλος, η μήτρα επανέρχεται στη φυσιολογική της θέση και παύει να πιέζει τη φλέβα πάνω στη σπονδυλική στήλη, οπότε εξαφανίζεται και το μηχανικό εμπόδιο στη ροή του αίματος από τα πόδια προς την καρδιά. Όλα αυτά είναι αρκετά, σε πολλές περιπτώσεις, ώστε να επανέλθουν οι φλέβες στην προ εγκυμοσύνης κατάσταση. Συχνά όμως η βλάβη, που έχει προκληθεί στις φλέβες είναι μόνιμη, οπότε τα συμπτώματα επιμένουν και οι κιρσοί δεν υποχωρούν.
Τι ρόλο έχει ο αριθμός των κυήσεων στην εμφάνιση ανεπάρκειας;
Από αρκετές μελέτες έχει φανεί, ότι ο κίνδυνος εμφάνισης φλεβικής ανεπάρκειας και κιρσών μετά από δύο εγκυμοσύνες είναι διπλάσιος σε σχέση με τον κίνδυνο, που έχουν γυναίκες χωρίς παιδιά. Επίσης αξίζει να σημειωθεί, ότι έχει κάποιο ρόλο και ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ της μιας εγκυμοσύνης και της επόμενης: αρκετές μελέτες έχουν δείξει, ότι είναι πιθανότερο να εμφανιστούν κιρσοί όταν η μια εγκυμοσύνη διαδέχεται την άλλη σε σύντομο χρονικό διάστημα, διότι οι φλέβες δεν έχουν επαρκή χρόνο, ώστε να ανακάμψουν από τις μεταβολές που υφίστανται.
Πώς δρα το κληρονομικό υπόστρωμα ή η συνύπαρξη άλλων παραγόντων, όπως η καθιστική ζωή ή η ορθοστασία;
Είναι σαφές ότι η φλεβική ανεπάρκεια μπορεί να προϋπάρχει και να βρίσκεται σε μια λανθάνουσα κατάσταση με ήπια ή και καθόλου συμπτώματα, οπότε η εγκυμοσύνη με όλες τις προαναφερθείσες αλλαγές μπορεί να πυροδοτήσει μια κατάσταση, όπου τα συμπτώματα αρχίζουν να γίνονται έντονα, εμφανίζονται οι πρώτες ευρυαγγείες ή κιρσοί.
Aν τώρα υπάρχει κληρονομικότητα ή τρόπος ζωής που προάγει την εμφάνιση φλεβικής ανεπάρκειας, τότε η εγκυμοσύνη θα αποτελέσει απλά έναν επιταχυντικό παράγοντα.
Υπάρχουν κίνδυνοι για τη ζωή της εγκύου ή του εμβρύου από την ανεπάρκεια των φλεβών και τους κιρσούς;
Οι κίνδυνοι για τη ζωή της εγκύου και του εμβρύου είναι πραγματικά αμελητέοι. Πρέπει να είμαστε καθησυχαστικοί, διότι από τη διεθνή βιβλιογραφία δεν προκύπτουν σοβαροί κίνδυνοι. Η Φλεβική Θρόμβωση των φλεβών που βρίσκονται βαθιά στο πόδι (εν τω βάθει φλέβες) είναι εξαιρετικά σπάνια και εμφανίζεται σε ποσοστό πολύ μικρότερο του 1%. Η επιφανειακή θρόμβωση (επιπολής θρομβοφλεβίτιδα) σε φλέβες που ανεπαρκούν, αν συμβεί είναι εύκολα διαχειρήσιμη, ενώ αιμορραγίες από τραυματισμούς κιρσών είναι σπάνιες. Όμως η αιφνίδια εμφάνιση έντονου πόνου στο κάτω άκρο, που συνοδεύεται από οίδημα (συχνά εντονότερο στο ένα πόδι) ή ερυθρότητα, χρήζει πάντα επείγουσας αγγειοχειρουργικής εκτίμησης.
Υπάρχουν ειδικές οδηγίες ή συστάσεις που πρέπει να δίνονται κατά την εγκυμοσύνη;
Οι οδηγίες είναι γενικές και έχουν να κάνουν με αποφυγή ορθοστασίας, την κατάκλιση με τα πόδια σε ανάρροπη θέση (15 εκ. ψηλότερα από το υπόλοιπο σώμα), τη χρήση ελαστικών καλτσών, την τακτική βάδιση και την πραγματοποίηση ασκήσεων με τα πόδια, ώστε η μυϊκή αντλία να ωθεί το αίμα κεντρομόλα, δηλαδή προς την καρδιά. Φλεβοτονικά σκευάσματα (φάρμακα που αυξάνουν τον τόνο στο φλεβικό τοίχωμα, μειώνοντας τη διάμετρο των φλεβών και κατ’ επέκταση κάνουν ηπιότερα τα συμπτώματα) καλό είναι να αποφεύγονται κατά την εγκυμοσύνη, μολονότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για ανεπιθύμητες ενέργειες.
Αν τα συμπτώματα και οι κιρσοί παραμένουν επί μακρόν μετά τον τοκετό, τότε η αγγειοχειρουργική εκτίμηση και η χειρουργική αντιμετώπιση μπορούν να δώσουν άμεση και οριστική λύση στο πρόβλημα, με σύγχρονες, ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, (π.χ. ενδοφλεβικό laser), χωρίς τομές υπό τοπική αναισθησία.
Αν η ανεπάρκεια συνίσταται μόνο στην παρουσία ευρυαγγειών, τότε αυτή μπορεί να θεραπευτεί με δερματικά laser, σκληροθεραπεία ή συνδυαστικά, δίνοντας λύση στο πρόβλημα.
Δημοσιεύθηκε στο therapies.gr
Γεώργιος Γαλανόπουλος – Aγγειοχειρουργός – Δρ. Ιατρικής Σχολής Αθηνών