Το λεμφοίδημα είναι μια πάθηση που προσβάλλει το λεμφικό σύστημα, προκαλώντας οίδημα. Αρχικά, το λεμφικό μας σύστημα αποτελείται από λεμφαδένες και λεμφαγγεία. Αυτά διατρέχουν όλο το μήκος του σώματός μας. Ο ρόλος των λεμφαγγείων είναι να συλλέγουν ένα υγρό, το οποίο αποτελείται από πρωτεΐνες, λίπη, νερό και απόβλητα των κυττάρων του σώματος. Το συγκεκριμένο υγρό ονομάζεται λέμφος.
Τα λεμφαγγεία μεταφέρουν τη λέμφο στους λεμφαδένες. Στη συνέχεια, οι λεμφαδένες φιλτράρουν τη λέμφο, απομακρύνοντας ξένα σώματα και κυτταρικά απόβλητα και επιστρέφουν την λέμφο “καθαρή” πια στο αίμα.
Ωστόσο, στην περίπτωση που οι λεμφαδένες ή τα λεμφαγγεία είναι υποπλαστικά, λείπουν ή καταστραφούν, τότε η λέμφος αδυνατεί να κυκλοφορήσει ελεύθερα μέσα στο λεμφικό σύστημα. Ως αποτέλεσμα, η λέμφος συσσωρεύεται στους μαλακούς ιστούς του σώματος και προκαλεί στις πληγείσες περιοχές οίδημα, το οποίο είναι γνωστό ως λεμφοίδημα. Συνήθως, οι περιοχές που πάσχουν είναι τα πόδια και τα χέρια.