Ανευρύσματα Περιφερικών Αρτηριών – Ανεύρυσμα Ιγνυακής Αρτηρίας

Περιφερικά Ανευρίσματα

Τα  περιφερικά  ανευρύσματα  αναπτύσσονται  σε  αρτηρίες  πέραν  της  αορτής.  Από  αυτά  το  πιο  συχνό  είναι  το  ανεύρυσμα  της  ιγνυακής  αρτηρίας,  που  βρίσκεται  στην  πίσω  επιφάνεια  του  γόνατος.  Άλλα  περιφερικά  ανευρύσματα  είναι  εκείνα  της  μηριαίας  αρτηρίας,  της  καρωτίδας,  καθώς  και  των  αρτηριών  του  εντέρου,  των  νεφρών  κλπ.

Περίπου  1  στους  1000  ανθρώπους  στο  γενικό  πληθυσμό  έχει  ανεύρυσμα  στην  ιγνυακή  αρτηρία.  Το  πιο  ενδιαφέρον  στοιχείο  είναι  ότι  στο  50-75%  των  ασθενών  συνυπάρχει  αντίστοιχο  ανεύρυσμα  και  στο  άλλο  πόδι!  Είναι  βασική  αρχή  για  έναν  αγγειοχειρουργό,  όταν  διαγιγνώσκει  ανεύρυσμα  στην  ιγνυακή  αρτηρία,  να  διερευνά  και  την  αορτή,  διότι  στους  μισούς  περίπου  ασθενείς  συνυπάρχει  ανεύρυσμα  κοιλιακής  αορτής.

Τα  περιφερικά  ανευρύσματα  οφείλονται  στην  υψηλή  αρτηριακή  πίεση,  το  κάπνισμα,  τα  υψηλά  επίπεδα  χοληστερίνης,  την  προχωρημένη  ηλικία,  ενώ  μπορεί  να  οφείλονται  κάποιες  φορές  σε  μικρόβια,  σε  τραυματισμούς  ή  ακόμα  και  σε  ορμονικά  αίτια,  όπως  συμβαίνει  στα  ανευρύσματα  της  σπληνικής  αρτηρίας.

Τα  περιφερικά  ανευρύσματα  συνήθως  δεν  παρουσιάζουν  συμπτώματα  και  αποτελούν  τυχαίο  εύρημα  κατά  την  κλινική  εξέταση.  Υπάρχουν  όμως  και  περιπτώσεις,  όπου  ο  ασθενής  παραπονιέται  για  πόνο  στο  πόδι  ή  για  δυσκολία  στο  περπάτημα.  Όπως  όλα  τα  ανευρύσματα,  έτσι  και  αυτά  έχουν  κίνδυνο  να  σπάσουν  (ρήξη)  με  καταστροφικά  αποτελέσματα  ή  να  θρομβωθούν,  οδηγώντας  σε  μια  κατάσταση  οξείας  ισχαιμίας,  που  μπορεί  να  οδηγήσει  ακόμα  και  σε  απώλεια  του  άκρου  (ακρωτηριασμό).

Είναι  λοιπόν  στοιχειώδες,  οι  ασθενείς  με  παράγοντες  κινδύνου  για  ανεύρυσμα,  που  παρουσιάζουν  δυσκολία  στη  βάδιση  ή  αιφνίδιο  πόνο  στο  πόδι  τους,  να  εξετάζονται  έγκαιρα  από  αγγειοχειρουργό,  ο  οποίος  με  μια  ενδελεχή  κλινική  εξέταση  μπορεί  να  διαγνώσει  την  παρουσία  περιφερικού  ανευρύσματος.  Με  τη  βοήθεια  κατάλληλων  απεικονιστικών  εξετάσεων  μπορεί  να  αποφανθεί  σχετικά  με  το  αν  το  ανεύρυσμα  πρέπει  να  αντιμετωπιστεί  χειρουργικά,  προτείνοντας  την  καταλληλότερη  τεχνική  αντιμετώπισης  για  τον  κάθε  ασθενή.  Με  τον  τρόπο  αυτό,  μπορούν  να  αποφευχθούν  οι  βαριές  επιπλοκές  των  περιφερικών  ανευρυσμάτων.